Η άποψή μου για το βιβλίο της Σουζάνας Χατζηνικολάου με τίτλο ''το Αυγό του Θεού''.
ΟΠΙΣΘΟΦΥΛΛΟ:
Στη θεοκρατική κοινωνία της Νεβάντε και της πρωτεύουσάς της, Βαγιαμόρεν, η αμφισβήτηση του Αρχιερέα και του ιερατείου ισοδυναμεί με θανάσιμη αμαρτία. Οι αμαρτωλοί θεωρούνται καταραμένοι από τον Θεό Γκνοφόσιρ και εξορίζονται σημαδεμένοι με τη Σφραγίδα, το σύμβολο των δαιμόνων. Η ποινή ισοδυναμεί με καταδίκη σε θάνατο, καθώς οι εξόριστοι έρχονται αντιμέτωποι με τον ακραίο φανατισμό και την προκατάληψη της Νεβάντε, και ελάχιστοι από αυτούς επιβιώνουν πάνω από δώδεκα μήνες. Ύστερα από τέσσερα σκληρά χρόνια εξορίας και βαριά άρρωστος, ο Φίλκε επιστρέφει στη Βαγιαμόρεν. Συναντά τον παλιό του φίλο Σίντρο κι εκείνος πηγαίνει μαζί του. Παρέα με τον Ίλυ και τον Άνικ, δυο αδέρφια από εξόριστη μητέρα, θα ξεκινήσουν ένα ταξίδι για κάποιο μοναστήρι στο Βορρά. Η πίστη όλων στον Θεό έχει κλονιστεί, και το μίσος για τον τύραννο Αρχιερέα Ζεσπίλκα είναι κοινό. Όμως κάποια στιγμή οι αληθινοί δαίμονες θα ξυπνήσουν και θα ψάξουν για συμμάχους ανάμεσα στους εξορίστους. Και τότε ο Φίλκε θα πρέπει να διαλέξει ανάμεσα στη συγχώρεση και στην εκδίκηση. Και θα ανακαλύψει ότι η Σφραγίδα στον κρόταφό του είναι κάτι περισσότερο από μια απλή ζωγραφιά.
Στη θεοκρατική κοινωνία της Νεβάντε και της πρωτεύουσάς της, Βαγιαμόρεν, η αμφισβήτηση του Αρχιερέα και του ιερατείου ισοδυναμεί με θανάσιμη αμαρτία. Οι αμαρτωλοί θεωρούνται καταραμένοι από τον Θεό Γκνοφόσιρ και εξορίζονται σημαδεμένοι με τη Σφραγίδα, το σύμβολο των δαιμόνων. Η ποινή ισοδυναμεί με καταδίκη σε θάνατο, καθώς οι εξόριστοι έρχονται αντιμέτωποι με τον ακραίο φανατισμό και την προκατάληψη της Νεβάντε, και ελάχιστοι από αυτούς επιβιώνουν πάνω από δώδεκα μήνες. Ύστερα από τέσσερα σκληρά χρόνια εξορίας και βαριά άρρωστος, ο Φίλκε επιστρέφει στη Βαγιαμόρεν. Συναντά τον παλιό του φίλο Σίντρο κι εκείνος πηγαίνει μαζί του. Παρέα με τον Ίλυ και τον Άνικ, δυο αδέρφια από εξόριστη μητέρα, θα ξεκινήσουν ένα ταξίδι για κάποιο μοναστήρι στο Βορρά. Η πίστη όλων στον Θεό έχει κλονιστεί, και το μίσος για τον τύραννο Αρχιερέα Ζεσπίλκα είναι κοινό. Όμως κάποια στιγμή οι αληθινοί δαίμονες θα ξυπνήσουν και θα ψάξουν για συμμάχους ανάμεσα στους εξορίστους. Και τότε ο Φίλκε θα πρέπει να διαλέξει ανάμεσα στη συγχώρεση και στην εκδίκηση. Και θα ανακαλύψει ότι η Σφραγίδα στον κρόταφό του είναι κάτι περισσότερο από μια απλή ζωγραφιά.
REVIEW:
“Το Αυγό του Θεού” είναι το δεύτερο μυθιστόρημα φαντασίας της Σουζάνας Χατζηνικολάου και έρχεται τρία χρόνια μετά το –κατά γενική ομολογία– εξαιρετικό της ντεμπούτο. (“Ίριδα, η πόλη της ψυχής μας”, εκδόσεις Πατάκης 2012).
Πρόκειται για μια περιπέτεια φαντασίας που καταφέρνει να καθηλώσει τον αναγνώστη από το πρώτο κεφάλαιο και να τον οδηγήσει με σιγουριά μέχρι το τελευταίο. Και παρότι είναι επικών διαστάσεων, η ιστορία κυλάει πανεύκολα αφού ο ρυθμός είναι εξαιρετικός. Εκτός αυτού, τα σημεία που εξελίσσεται η πλοκή είναι ούτως ή άλλως πολλά ενώ σε κάθε ένα από αυτά υπάρχει και κάτι καινούργιο. Οι ανατροπές της είναι συχνές, ενώ ακόμη συχνότερα είναι και τόσο δραστικές που αναγκάζουν τον αναγνώστη να συνεχίσει μανιωδώς την ανάγνωσή του.
Μιας και μιλάμε για βιβλίο φαντασίας, θα ξεφύγω λίγο από την πεπατημένη μου, (να μην εστιάζω σε λεπτομέρειες πλοκής υπό τον φόβο πιθανού spoil), και να σταθώ λίγο παραπάνω στην κοσμοπλασία:
Η ήπειρος Νεβάντε λοιπόν, είναι τόσο αληθινή που για λίγο ταξίδεψα μέσα της. Ένιωσα τη διαφορά των αγροτικών περιοχών σε σχέση με την εντυπωσιακή πρωτεύουσα Βαγιαμόρεν, καθώς και τη διαφορετικότητα των ανθρώπων της. “Είδα” για τα καλά την προκατάληψη των πρωτευουσιάνων απέναντι στους εξόριστους, όπως και τον εναγκαλισμό που εκείνοι απολάμβαναν στην “αγροτική” Μοτιάνα. Και παρότι όλη η Νεβάντε είναι ξεκάθαρη στα μάτια μου, δεν κατάφερα παρά να μείνω άφωνος όσο η πλοκή εξελισσόταν στη Βαγιαμόρεν. Εκεί τα πάντα έμοιαζαν ανατριχιαστικά αληθινά…
Η ιστορία τέλος, αν και πολυδιάστατη, καταπιάνεται κυρίως με θρησκευτικά ζητήματα. Και το κάνει εντυπωσιακά. Οι θεοί είναι προϊόν φαντασίας της συγγραφέως, αλλά η θρησκοληψία που διακατέχει τους πιστούς, –και κυρίως δε τους ιερείς αυτών–, είναι τόσο αληθινή που μου έφερε στο μυαλό εικόνες από ματωμένες περιόδους του παρελθόντος, ιδίως του δωδέκατου με δέκατου τέταρτου αιώνα. Από την άλλη πάλι, πολλά από τα όσα συμβαίνουν στη Νεβάντε αντικατοπτρίζουν και εικόνες της παρούσας εποχής σε μερικές θρησκείες. Κάτι που αναμφίβολα ταιριάζει και με τις αθρόες τάσεις φυγής ανθρώπων σε κάποια άλλα σημεία του βιβλίου. Αυτές, πραγματικά, είναι βγαλμένες από τις μέρες μας. (Kαι αν δε σχολιάζω κάτι περισσότερο επί τούτου είναι και πάλι υπό τον φόβο πιθανού spoil).
Κλείνω λέγοντας ότι τούτο το εξαιρετικό βιβλίο είχε ακριβώς το επικό τέλος που του άρμοζε…
“Το Αυγό του Θεού” είναι το δεύτερο μυθιστόρημα φαντασίας της Σουζάνας Χατζηνικολάου και έρχεται τρία χρόνια μετά το –κατά γενική ομολογία– εξαιρετικό της ντεμπούτο. (“Ίριδα, η πόλη της ψυχής μας”, εκδόσεις Πατάκης 2012).
Πρόκειται για μια περιπέτεια φαντασίας που καταφέρνει να καθηλώσει τον αναγνώστη από το πρώτο κεφάλαιο και να τον οδηγήσει με σιγουριά μέχρι το τελευταίο. Και παρότι είναι επικών διαστάσεων, η ιστορία κυλάει πανεύκολα αφού ο ρυθμός είναι εξαιρετικός. Εκτός αυτού, τα σημεία που εξελίσσεται η πλοκή είναι ούτως ή άλλως πολλά ενώ σε κάθε ένα από αυτά υπάρχει και κάτι καινούργιο. Οι ανατροπές της είναι συχνές, ενώ ακόμη συχνότερα είναι και τόσο δραστικές που αναγκάζουν τον αναγνώστη να συνεχίσει μανιωδώς την ανάγνωσή του.
Μιας και μιλάμε για βιβλίο φαντασίας, θα ξεφύγω λίγο από την πεπατημένη μου, (να μην εστιάζω σε λεπτομέρειες πλοκής υπό τον φόβο πιθανού spoil), και να σταθώ λίγο παραπάνω στην κοσμοπλασία:
Η ήπειρος Νεβάντε λοιπόν, είναι τόσο αληθινή που για λίγο ταξίδεψα μέσα της. Ένιωσα τη διαφορά των αγροτικών περιοχών σε σχέση με την εντυπωσιακή πρωτεύουσα Βαγιαμόρεν, καθώς και τη διαφορετικότητα των ανθρώπων της. “Είδα” για τα καλά την προκατάληψη των πρωτευουσιάνων απέναντι στους εξόριστους, όπως και τον εναγκαλισμό που εκείνοι απολάμβαναν στην “αγροτική” Μοτιάνα. Και παρότι όλη η Νεβάντε είναι ξεκάθαρη στα μάτια μου, δεν κατάφερα παρά να μείνω άφωνος όσο η πλοκή εξελισσόταν στη Βαγιαμόρεν. Εκεί τα πάντα έμοιαζαν ανατριχιαστικά αληθινά…
Η ιστορία τέλος, αν και πολυδιάστατη, καταπιάνεται κυρίως με θρησκευτικά ζητήματα. Και το κάνει εντυπωσιακά. Οι θεοί είναι προϊόν φαντασίας της συγγραφέως, αλλά η θρησκοληψία που διακατέχει τους πιστούς, –και κυρίως δε τους ιερείς αυτών–, είναι τόσο αληθινή που μου έφερε στο μυαλό εικόνες από ματωμένες περιόδους του παρελθόντος, ιδίως του δωδέκατου με δέκατου τέταρτου αιώνα. Από την άλλη πάλι, πολλά από τα όσα συμβαίνουν στη Νεβάντε αντικατοπτρίζουν και εικόνες της παρούσας εποχής σε μερικές θρησκείες. Κάτι που αναμφίβολα ταιριάζει και με τις αθρόες τάσεις φυγής ανθρώπων σε κάποια άλλα σημεία του βιβλίου. Αυτές, πραγματικά, είναι βγαλμένες από τις μέρες μας. (Kαι αν δε σχολιάζω κάτι περισσότερο επί τούτου είναι και πάλι υπό τον φόβο πιθανού spoil).
Κλείνω λέγοντας ότι τούτο το εξαιρετικό βιβλίο είχε ακριβώς το επικό τέλος που του άρμοζε…