380 pages
Published 2016 by ΚΥΦΑΝΤΑ
Published 2016 by ΚΥΦΑΝΤΑ
Οπισθόφυλλο:
Πώς συνδέεται η δολοφονία της κόρης ενός επιχειρηματία με την ποίηση του Γιώργου Σεφέρη;
Πίσω από τους στίχους κρύβεται η προσπάθεια αποτίναξης μιας εθνικής μάστιγας μέσα από κωδικοποιημένα μηνύματα, που τρεις άνθρωποι καλούνται να ανακαλύψουν τι σημαίνουν.
Ενεχυροδανειστήρια που φυτρώνουν σαν τα μανιτάρια την εποχή της κρίσης, επιχειρήσεις που μεταφέρουν την έδρα τους στο εξωτερικό, σκοτεινά μυστικά μιας οικογένειας που κινεί τα νήματα του πλούτου...
Ένας μυστηριώδης συλλέκτης γραμματοσήμων «υπογράφει» δύο εγκλήματα ως ανταπόδοση σε ένα μεγαλύτερο, εθνικό.
Τα κομμάτια σιγά σιγά βρίσκουν τον συνεκτικό τους ιστό αποκαλύπτοντας στο μεταξύ υπόγειες διαδρομές ενοχής, παραπλάνησης, εκμετάλλευσης και προσωπικών τραγωδιών... (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου)
«Με το νέο "ποιητικό-πολιτικό" βιβλίο της, η 'Ελενα Χουσνή μας χαρίζει ένα εξαιρετικό δείγμα γραφής, έμπνευσης, σεφερικών ευαισθησιών και σαιξπηρικών παθών (Γιάννης Πανούσης)
«Το συνιστώ ανεπιφύλακτα, όχι σαν ανάγνωσμα καλοκαιρινό, αλλά ως βιβλίο που θα πάρει τη θέση του σαν κλασικό στο αστυνομικό μυθιστόρημα» (Λέανδρος Ρακιντζής)
Review:
Για το συγκεκριμένο βιβλίο ήμουν ομιλητής του στην παρουσίασή του στις 23-11-2016 στη Βέροια. Οπότε το συγκεκριμένο σχόλιο ξεφεύγει λίγο από τα κλασικά μου και μετουσιώνεται σε μια πιο συμπυκνωμένη εκδοχή της εκεί ομιλίας μου.
Η χρυσή εκδίκηση της Έλενας Χουσνή είναι ένα εξαιρετικά ενδιαφέρον ανάγνωσμα. Είναι το δεύτερο μέρος μια τριλογίας, της οποίας κοινά στοιχεία είναι ο τόπος, που είναι η Αθήνα, ο χρόνος, που είναι το σήμερα, οι βασικοί πρωταγωνιστές, καθώς και το φόντο που είναι η τρέχουσα οικονομική κρίση.
Η κεντρική ηρωίδα είναι δημοσιογράφος σε μεγάλη εφημερίδα. Είναι αυτή που από νωρίς θα λάβει τρία ανώνυμα γράμματα τα οποία θα παίξουν βασικό ρόλο στην ιστορία. Οι δύο βασικότεροι συμπρωταγωνιστές της, είναι ο πρώην αρχισυντάκτης της, ο οποίος είναι πια συνταξιούχος, και ένας σχεδόν συνομήλικός του ψυχίατρος, πολύ καλός φίλος και των δύο τους.
Προσέχοντας κανείς τις ιδιότητες των πρωταγωνιστών θα διαπιστώσει πως ενώ έχουμε να κάνουμε με αστυνομικό μυθιστόρημα, κανένας από τους τρεις τους δεν είναι αστυνομικός ή ντεντέκτιβ. Η συγγραφέας έχει επιλέξει πολύ έξυπνα να μην ακολουθήσει εκείνη την παλιά πεπατημένη κατά την οποία στα μυθιστορήματα και τις ταινίες αυτού του είδους ο πρωταγωνιστής ήταν σχεδόν κατά κανόνα ένας σκληροτράχηλος άντρας αστυνομικός. Και επειδή οι δικοί της χαρακτήρες έχουν διαφορετικές ιδιότητες από την κλασική προαναφερθείσα, η ιστορία δίνεται πλέον από διαφορετικές, αλλά και πολύ πιο ενδιαφέρουσες οπτικές γωνίες αφήγησης.
Το επάγγελμα της πρωταγωνίστριας ωστόσο, η δημοσιογραφία, λειτουργεί εξαιρετικά καλά για την όλη ιστορία επειδή έχει πρωταγωνιστικό ρόλο και στη ζωή της συγγραφέως. Ουσιαστικά, η Έλενα Χουσνή έχει επιλέξει να κάνει αυτό που προτείνουν και οι εμπειρότεροι εκ των συγγραφέων στον κόσμο: Να γράψει γι αυτό που γνωρίζει καλύτερα. Και το καταφέρνει εξαιρετικά.
Ιδιαίτερα ευχάριστο μου φάνηκε επίσης που σχεδόν εξαρχής υπάρχουν και μερικά κεφάλαια από την πλευρά του δολοφόνου της ιστορίας. Εξυπακούεται πως η ταυτότητά του δε μας γίνεται γνωστή, -κάτι τέτοιο προφανώς δε θα λειτουργούσε ορθά και για την ίδια την ιστορία-, αλλά κατά τα άλλα, με αυτόν τον τρόπο, αρχίζουμε και γνωρίζουμε σταδιακά όλο και καλύτερα και τον δικό του χαρακτήρα. Μπαίνουμε αναγκαστικά και στον ρόλο του δολοφόνου, προβληματιζόμαστε με το γιατί κάνει ό,τι κάνει.
Η προαναφερθείσα τοποθέτηση του βιβλίου στο παρόν είναι και το μεγαλύτερο στοίχημά του. Το ‘γράφω για το σήμερα’ προσωπικά το θεωρώ εξαιρετικά δύσκολο και απαιτητικό, διότι απαιτεί μια διαδικασία ανάλυσης αυτών που συμβαίνουν γύρω μας και στις ζωές μας, με τα οποία ως άνθρωποι πολεμάμε έτσι κι αλλιώς καθημερινά. Και για να τα γράψει κανείς όλα αυτά σωστά, θα πρέπει να τα ''διυλίσει'' και συγγραφικά. Και αυτό απαιτεί τεράστιο κόπο και ενέργεια. Ακολουθούν τρία παραδείγματα επί τούτου μέσα από το βιβλίο:
1. Υπάρχει προβληματισμός γύρω από την τάση των ελληνικών επιχειρήσεων να μεταφέρουν την έδρα τους στο εξωτερικό και τα προβλήματα που δημιουργεί κάτι τέτοιο γενικότερα στην οικονομία.
2. Σε άλλο σημείο, αναφέρονται τα ενεχυροδανειστήρια που έχουν ξεφυτρώσει σε κάθε γωνιά της χώρας μας, καθώς και οι επιπτώσεις που έχει δημιουργήσει το ξεπούλημα των αντικειμένων σε αυτά από τον μέσο Έλληνα. Ο προβληματισμός της συγγραφέως μάλιστα ξεφεύγει από το οικονομικό και πάει ακόμα μακρύτερα: με τρόπο λιτό αλλά περιεκτικό, μας εξηγεί επίσης και το πόσο ψυχοφθόρο είναι το να πουλάει κάποιος λόγου χάρη ένα κειμήλιο που είχε στην κατοχή του από πολλές γενιές πίσω.
3. Πολύ ενδιαφέρουσα είναι και η ιστορία που υπάρχει πίσω από την κοπέλα που δολοφονείται σχεδόν στην αρχή του βιβλίου, αφού ξετυλίγει μια ακόμα ιστορία της σύγχρονης πραγματικότητας: Μαθαίνουμε ότι είναι γόνος μιας πάμπλουτης οικογένειας. Παρότι όμως βρίσκεται στην αντίθετη πλευρά σε σχέση με αυτή του μέσου Έλληνα, -μιλώντας οικονομικά πάντοτε- τελικά αντιμετωπίζει τα δικά της προβλήματα και αποδεικνύει ότι ούτε το χρήμα δε φέρνει την ευτυχία από μόνο του, και ότι είναι οι ανθρώπινες σχέσεις αυτές που χτίζουν υγιείς ζωές και οικογένειες. Να πω πάντως ότι, μέσα στα όσα σκληρά διάβασα στο βιβλίο, αυτή η νοσηρή κατάσταση που επικρατούσε στην εν λόγω οικογένεια ήταν το σκληρότερο, το δυσκολότερο να γραφτεί σωστά.
Τέλος, αν κάτι μου έμεινε περισσότερο από αυτό το βιβλίο είναι ότι η συγγραφέας βρήκε τον τρόπο να αποτίσει φόρο τιμής σε έναν από τους μεγαλύτερους ποιητές της χώρας μας, τον νομπελίστα Γιώργο Σεφέρη. Έχω την αίσθηση ότι είναι από τους πλέον αδικημένους μας καλλιτέχνες και με άγγιξε που η συγγραφέας τον ζωντάνεψε στο γραπτό της, που σεβάστηκε το έργο του όσο του αξίζει. Ειλικρινά εύχομαι κάθε Έλληνας που θεωρεί τον εαυτό του συγγραφέα ή ποιητή, -και πιστέψτε με είμαστε πάρα πολλοί-, να έκανε το ίδιο.
Πολλά συγχαρητήρια.