Click hePaperback, 392 pages
Published November 1st 2008 by Bell/ Χαρλένικ Ελλάς (first published 2007)
Published November 1st 2008 by Bell/ Χαρλένικ Ελλάς (first published 2007)
Οπισθόφυλλο:
Ο Τζούντας Κόιν, ένας μεσήλικας ροκ σταρ του ντεθ μέταλ, είναι συλλέκτης μακάβριων πραγμάτων: έχει έναν οδηγό μαγειρικής για κανιβάλους... τη θηλιά ενός κρεμασμένου... τα σκίτσα ενός σίριαλ κίλερ… μια ταινία σναφ... Είναι γνωστός στις στρατιές των θαυμαστών του για την αγάπη του στο αφύσικο όσο και για τις ακρότητες της νιότης του. Αλλά κανένα από τα κομμάτια της συλλογής του δεν είναι τόσο αλλόκοτο ή τόσο τρομακτικό όσο αυτό που ανακαλύπτει προς πώληση στο Ίντερνετ:
«Πουλάω» το φάντασμα του πατριού μου
σε όποιον δώσει τα περισσότερα...
Για χίλια δολάρια, ο Τζουντ αποκτά το κουστούμι ενός νεκρού, που λέγεται ότι είναι στοιχειωμένο από το πνεύμα του. Δεν φοβάται. Σ’ όλη του τη ζωή έχει να κάνει με φαντάσματα –του βίαιου πατέρα του, των γυναικών που εγκατέλειψε άσπλαχνα, των συντρόφων του από το συγκρότημα που τους πρόδωσε. Τι θα του κάνει ένα ακόμα.
Αλλά αυτό που φτάνει στο σπίτι του μέσα σ’ ένα μαύρο κουτί σε σχήμα καρδιάς, δεν είναι ούτε υποθετικό ούτε μεταφορικό φάντασμα. Είναι κυριολεκτικά, απόλυτα πραγματικό. Και ξαφνικά, ο προηγούμενος ιδιοκτήτης του κουστουμιού βρίσκεται παντού: πίσω από την πόρτα της κρεβατοκάμαρας του Τζουντ... μέσα στην παλιά Μάστανγκ του... έξω από το παράθυρό του... Και περιμένει –με μια αστραφτερή λεπίδα να κρέμεται περασμένη σε αλυσίδα από το σκελετωμένο του χέρι...
Ο πολυβραβευμένος Joe Hill καθηλώνει τους λάτρεις της σκοτεινής φαντασίας μ’ ένα ανατριχιαστικό μυθιστόρημα που έμεινε επί μακρόν στις λίστες των best seller, συμπεριλήφθηκε στα καλύτερα βιβλία του 2007 από το Amazon.com, το Publishers Weekly και τον Observer και πρόκειται να εκδοθεί σε πάνω από 30 χώρες.
Ο Τζούντας Κόιν, ένας μεσήλικας ροκ σταρ του ντεθ μέταλ, είναι συλλέκτης μακάβριων πραγμάτων: έχει έναν οδηγό μαγειρικής για κανιβάλους... τη θηλιά ενός κρεμασμένου... τα σκίτσα ενός σίριαλ κίλερ… μια ταινία σναφ... Είναι γνωστός στις στρατιές των θαυμαστών του για την αγάπη του στο αφύσικο όσο και για τις ακρότητες της νιότης του. Αλλά κανένα από τα κομμάτια της συλλογής του δεν είναι τόσο αλλόκοτο ή τόσο τρομακτικό όσο αυτό που ανακαλύπτει προς πώληση στο Ίντερνετ:
«Πουλάω» το φάντασμα του πατριού μου
σε όποιον δώσει τα περισσότερα...
Για χίλια δολάρια, ο Τζουντ αποκτά το κουστούμι ενός νεκρού, που λέγεται ότι είναι στοιχειωμένο από το πνεύμα του. Δεν φοβάται. Σ’ όλη του τη ζωή έχει να κάνει με φαντάσματα –του βίαιου πατέρα του, των γυναικών που εγκατέλειψε άσπλαχνα, των συντρόφων του από το συγκρότημα που τους πρόδωσε. Τι θα του κάνει ένα ακόμα.
Αλλά αυτό που φτάνει στο σπίτι του μέσα σ’ ένα μαύρο κουτί σε σχήμα καρδιάς, δεν είναι ούτε υποθετικό ούτε μεταφορικό φάντασμα. Είναι κυριολεκτικά, απόλυτα πραγματικό. Και ξαφνικά, ο προηγούμενος ιδιοκτήτης του κουστουμιού βρίσκεται παντού: πίσω από την πόρτα της κρεβατοκάμαρας του Τζουντ... μέσα στην παλιά Μάστανγκ του... έξω από το παράθυρό του... Και περιμένει –με μια αστραφτερή λεπίδα να κρέμεται περασμένη σε αλυσίδα από το σκελετωμένο του χέρι...
Ο πολυβραβευμένος Joe Hill καθηλώνει τους λάτρεις της σκοτεινής φαντασίας μ’ ένα ανατριχιαστικό μυθιστόρημα που έμεινε επί μακρόν στις λίστες των best seller, συμπεριλήφθηκε στα καλύτερα βιβλία του 2007 από το Amazon.com, το Publishers Weekly και τον Observer και πρόκειται να εκδοθεί σε πάνω από 30 χώρες.
Review:
Το να είσαι ο γιος του Stephen King και να είσαι συγγραφέας, είναι ταυτόχρονα πολύ καλό και πολύ κακό!
Το “πολύ καλό” φαντάζομαι ότι είναι προφανές. Ακόμη και που υπογράφεις ως Joe Hill, γνωρίζεις ότι κάποια στιγμή “η βόμβα” του πλήρους ονόματός σου (Joseph Hillstrom King), θα σκάσει και ότι θα λάβεις αυτομάτως την προβολή και την αναγνώριση που ελάχιστοι σύγχρονοι όμοιοί σου θα απολαύσουν δίχως να κοπιάσουν υπερβολικά.
Το “πολύ κακό” έχει να κάνει με το έργο σου. Ό,τι και να γράψεις, είτε είναι καταπληκτικό είτε κάκιστο, πρώτα θα περάσει από τη διαδικασία της σύγκρισης με τις δουλειές του πατέρα σου και μετά θα κριθεί μεμονωμένα.
Εγώ θα επιχειρήσω μα μην πέσω σε αυτή την παγίδα και να πω δυο λόγια μένοντας απλά στον… Joe Hill. Τον Stephen King θα τον αφήσω εντελώς στην άκρη.
Το “κουτί με σχήμα καρδιάς” είναι μια ιστορία φαντασμάτων. Ο πρωταγωνιστής της, ένας μουσικός του death metal, βρίσκεται ξαφνικά αντιμέτωπος με ένα φάντασμα –το οποίο μάλιστα το αγόρασε από μόνος του σε μια δημοπρασία μέσω ίντερνετ. Και αυτό πλέον τον καταδιώκει συνεχώς.
Tο εν λόγω πολύ απλό σενάριο αντικατοπτρίζει πλήρως το βιβλίο. Επί σχεδόν τετρακόσιες σελίδες, η βάση των γεγονότων κινείται σταθερά υπό αυτό το πρίσμα.
Προσωπικά απόρησα σχεδόν από την εκατοστή σελίδα για το τι θα μπορούσε να ακολουθεί όταν όλα έμοιαζαν ήδη τόσο δρομολογημένα σε αυτή την καταδίωξη, αλλά ομολογώ ότι η ιστορία τελικά συνέχισε να ρέει μια χαρά μέχρι τέλους. Τα “διάφορα” που συνέβαιναν, κατάφερναν να κρατούν το ρυθμό σε καλή βάση.
Πολύ θετικό επίσης είναι ότι και η γραφή του Hill μού άρεσε εξαρχής. (Έχω διαβάσει πάντως και τα “Φαντάσματα του 20ού αιώνα” οπότε μπορώ να θεωρηθώ και πιο εξοικειωμένος μαζί του). Εστιάζοντας όμως στο “Κουτί σε σχήμα καρδιάς”, θα πω ότι η γραφή του μου φάνηκε στρωτή, απλή, αλλά και ευκίνητη. Ώρες-ώρες ήταν και λίγο ρομαντική, σε ένα ύφος όμως που όλως παραδόξως ταίριαζε αρμονικά στην ιστορία, παρότι μιλάμε για ghost story. Από την άλλη πάλι, ήταν και στιγμές που ήταν και αρκετά άγρια, ιδιαίτερα κατά την περιγραφή των αιματηρών σκηνών.
Υπάρχουν ωστόσο και αρνητικά σε αυτό το βιβλίο –κατά την προσωπική μου άποψη πάντα. Το ένα έχει να κάνει με το τέλος του. Υπό τον κίνδυνο όμως να το προδώσω, δε θα μπω σε λεπτομέρειες. Θα πω απλώς ότι δε μου φάνηκε ως το τέλος που θα περίμενα σε ένα βιβλίο αυτού του είδους, ενώ θα προσθέσω επίσης ότι για παρόμοια τέλη έχει “κατηγορηθεί” και ο Koontz. (Οι “μυημένοι” πιστεύω να κατάλαβαν). Να υποσημειώσω ξανά πάντως ότι αυτή είναι η προσωπική μου άποψη και μόνο, ενώ και γενικότερα να το δει κανείς, το “επιθυμητό” τέλος ενός βιβλίου είναι σταθερά υποκειμενικό για τον καθένα.
Το δεύτερο αρνητικό που θα σημειώσω νομίζω ότι θα βρει περισσότερο κόσμο σύμφωνο. Έχει να κάνει με τους δύο κεντρικούς χαρακτήρες, τον πρωταγωνιστή και τη φίλη του. Τους βρήκα αρκετά αντιπαθείς, να διακατέχονται από μια ανωριμότητα που με έκανε συχνά πυκνά να μην αγωνιώ που το φάντασμα ήταν σε απόσταση αναπνοής από τους λαιμούς τους. Έχω την εντύπωση πάντως πως ο συγγραφέας ήθελε να τους κάνει πολύ αντισυμβατικούς, πράγμα που ίσως τελικά να πέτυχε, αλλά με τρόπο όχι και τόσο αληθοφανή. Να υπογραμμίσω όμως ότι για το αμερικάνικο κοινό, με τη δική του κουλτούρα και πολιτισμό, οι χαρακτήρες αυτοί μπορεί και να είναι τελικά ακριβώς όπως “έπρεπε”.
Βάζοντας ωστόσο το βιβλίο στη ζυγαριά καλών και κακών στοιχείων, θα έλεγα ότι επικρατούν τα καλά. Κατά κύριο λόγο επειδή διαβάζεται πολύ πολύ ευχάριστα.