Published 2001 by Bell / Χαρλένικ Ελλάς
(first published 1999)
Περίληψη:
Η άλυτη υπόθεση της άγριας δολοφονίας της γυναίκας του και της μικρής του κόρης βασανίζει αδιάκοπα τον πρώην ντετέκτιβ της αστυνομίας της Νέας Υόρκης Τσάρλι «Μπερντ» Πάρκερ, που ζει βυθισμένος στη θύμηση της σφαγής, τις προσωπικές του ενοχές και τη λαχτάρα για εκδίκηση.
Όταν, όμως, ο πρώην συνεργάτης του του ζητά να βρει μια εξαφανισμένη κοπέλα, αρχίζει για τον Μπερντ μια οδύσσειαπου τον οδηγεί από τα σπλάχνα του οργανωμένου εγκλήματος της Νέας Υόρκης στους βάλτους της Λουιζιάνας, σε σκοτεινά υπόγεια μαρτυρίων και σ' ένα δολοφόνο που δεν μοιάζει με κανέναν άλλο, έναν καλλιτέχνη του θανάτου, που για υλικό του χρησιμοποιεί τα σώματα των θυμάτων του και παίρνει ως τρόπαιο τα πρόσωπά τους. Έναν μαιτρ της φρίκης, για τον οποίο γνωρίζουν μόνο το όνομα που έχει ο ίδιος διαλέξει για τον εαυτό του: ο Ταξιδευτής...
Review:
Το “κάθε νεκρό πράγμα” είναι το ντεμπούτο βιβλίο ενός από τους πλέον αγαπημένους μου συγγραφείς, του John Connolly. Είναι επίσης και η πρώτη ιστορία του Τσάρλι Πάρκερ, του διασημότερου ήρωά του. Είχα την ατυχία να μην κατέχω αυτό το βιβλίο μέχρι πρότινος, αλλά ευτυχώς ο εκδοτικός του προχώρησε σε επανέκδοση, δίνοντάς μου έτσι την ευκαιρία να πιάσω όλη τη σειρά από την αρχή.
Να αναφέρω σε αυτό το σημείο ότι γνωρίζω από ιδία πείρα πως είναι προτιμότερο να πράξει το ίδιο και ο κάθε επίδοξος αναγνώστης της σειράς. Όχι ότι αν καταπιαστεί πρώτα με κάποιο άλλο βιβλίο δε θα το απολαύσει, αλλά επειδή η ζωή του Τσάρλι Πάρκερ “τρέχει” σε όλα τους (δηλαδή οι μεταβολές της τον ακολουθούν στα επόμενα) ένα μέρος της γοητείας έτσι χάνεται. Εμένα μου είχε συμβεί από το δεύτερο βιβλίο του που είχα διαβάσει (το τέταρτο της σειράς αν θυμάμαι καλά) διότι δεν είχα αγωνία για ένα δύο πραγματάκια, ακριβώς επειδή τα είχα συναντήσει ήδη “λυμένα” στο έκτο.
Επιστρέφοντας τώρα στο “κάθε νεκρό πράγμα” θα πρέπει να πω ότι το λάτρεψα. Νομίζω ότι περισσότερο φταίει το ότι ο Κόνολι προσφέρει για μια ακόμη φορά ένα βιβλίο που δεν ανήκει καθαρά σε κανένα είδος. Σαφώς και κατατάσσεται πρωτίστως στα αστυνομικά, αλλά κανένας δεν μπορεί να αρνηθεί ότι περιέχει και στοιχεία μυστηρίου, θρίλερ και τρόμου. Επίσης, ένα άλλο πράγμα που είναι καθοριστικό για μένα είναι ότι ενώ το μεταφυσικό υπάρχει, στην ουσία το μόνο που κάνει είναι να υποκινεί μια άκρως αληθινή και ενδιαφέρουσα πλοκή, γεμάτη με ανατριχιαστικά και τρομακτικά σημεία.
Από εκεί και πέρα, η “αστυνομική” ιστορία του είναι πάρα πολύ ψαγμένη και δείχνει από πολύ νωρίς ότι ο συγγραφέας έχει κάνει βαθύτατη έρευνα γύρω από ένα σωρό στοιχεία και λεπτομέρειες που οι περισσότεροι από εμάς δε θα τολμούσαμε να αναφέρουμε ούτε επιγραμματικά. Αυτός όμως τα παραθέτει με τόση άνεση που δίνει την εντύπωση ότι τα έχει σπουδάσει. Πράγμα αδύνατον ωστόσο, καθότι προέρχονται από ένα σωρό πεδία γνώσεων.
Ένα άλλο στοιχείο που κάνει γρήγορα εντύπωση είναι ότι, παρότι Ιρλανδός, αναφέρεται σε ένα σωρό σημεία των Η.Π.Α. σαν να τα γνωρίζει από γεννησιμιού του. Είμαι απολύτως βέβαιος ότι αν δε διάβαζα την καταγωγή του στο βιογραφικό του, θα ορκιζόμουν ότι είναι Αμερικανός.
Όσο για τη γραφή του, πέραν πάσης αμφιβολίας, κερδίζει πολύ γρήγορα. Έχω ακούσει βέβαια και φίλους αναγνώστες να τη βρίσκουν λίγο πιο λεπτομερή απ’ όσο θα ήθελαν, αλλά, κατά την προσωπική μου άποψη πάντοτε, είναι καταπληκτική.
Το συστήνω ανεπιφύλακτα σε κάθε βιβλιόφιλο.